Αιχμή του δόρατος για τη νέα ανατροπή η κατάργηση της 15ετίας. Από τα 4.500 ένσημα στα 6.000 το όριο που προωθεί η κυβέρνηση
Η αύξηση του ελάχιστου χρόνου ασφάλισης (15ετία) για την κατοχύρωση του δικαιώματος στη σύνταξη, η κατάργηση της δυνατότητας για συνταξιοδότηση σε ηλικία πριν τα ανώτερα ηλικιακά όρια, όπου αυτή ισχύει ακόμα, η άμεση μείωση των συντάξεων που αποδίδει το πρώην ΤΕΒΕ (ΟΑΕΕ) και οι ενοποιήσεις κύριων Ταμείων που θα οδηγήσουν σε αποψίλωση ασφαλιστικών δικαιωμάτων και συντάξεων σε όλα τα Ταμεία, είναι η αιχμή του δόρατος των ανατροπών που αναμένεται να προωθήσει η κυβέρνηση με το νέο Ασφαλιστικό το φθινόπωρο.
Το δρόμο των νέων μέτρων άνοιξε η κυβέρνηση με τη γνωστή μελέτη που ανέθεσε στο ΚΕΠΕ, επιχειρώντας να δώσει στη συνεχιζόμενη αντιασφαλιστική πολιτική της «επιστημονική τεκμηρίωση». Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για στρατηγική που ήδη έχει επιλεγεί εδώ και πολλά χρόνια, εφαρμόζεται σταδιακά και με απόλυτη συνέπεια από όλες τις κυβερνήσεις και σκοπεύει στη δραστική συρρίκνωση των δαπανών για τις συντάξεις, στη σταδιακή απόσυρση του κράτους από τη χρηματοδότηση της Κοινωνικής Ασφάλισης, ανοίγοντας δρόμο για να δραστηριοποιηθεί το μεγάλο κεφάλαιο και σε αυτόν τον τομέα, και στην απαλλαγή των εργοδοτών από το «βάρος» των εισφορών τους προς τα Ταμεία των ασφαλισμένων.
Υπονομεύουν το ίδιο το δικαίωμα στη συνταξιοδότηση
Η κατάργηση της 15ετίας και η αύξηση των ελάχιστων ημερών ασφάλισης (ενσήμων) από τα 4.500 για να κατοχυρωθεί το δικαίωμα στη σύνταξη, τουλάχιστον στα 6.000 ένσημα, δεν είναι καινούρια. Ανάλογη απόπειρα είχε εκδηλωθεί από την κυβέρνηση και το 2012, αλλά τότε, κάτω από την αντίδραση των εργαζομένων και κυρίως επειδή η κυβέρνηση ήθελε μέτρα «άμεσης απόδοσης», επιλέχθηκε η οριζόντια μείωση των συντάξεων. Τώρα, το σχέδιο επανέρχεται με στόχο όχι μόνο την καθυστέρηση εξόδου στη συνταξιοδότηση και την αύξηση των εισφορών των εργαζομένων και άλλων ασφαλισμένων, αλλά και τη στέρηση από ορισμένες ομάδες εργαζομένων, που δε θα συμπληρώνουν πλέον τον απαραίτητο ελάχιστο αριθμό ενσήμων, συνολικά του δικαιώματος στη σύνταξη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι για το ζήτημα αυτό η μελέτη του ΚΕΠΕ σημειώνει με έμφαση: «Πέρα από την ηλικία συνταξιοδότησης σημασία για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος έχουν και οι ημέρες ασφάλισης». Παράλληλα, βασισμένη στα στοιχεία του ΙΚΑ, διαπιστώνει με νόημα πως «το μεγαλύτερο ποσοστό των νέων αιτήσεων (σ.σ. συνταξιοδότησης) πραγματοποιείται από την ομάδα με ημέρες ασφάλισης μεταξύ 4.500 και 4.799, ήτοι μεταξύ 15 και 16 έτη εργασία... Μάλιστα, οι μισοί από το σύνολο των νέων συνταξιούχων έχουν εισφέρει για λιγότερο από 22 χρόνια, αισθητά λιγότερο από την 35ετία».
Η προβολή αυτών των «ευρημάτων» από τη μελέτη του ΚΕΠΕ μόνο τυχαία δεν είναι. Η αύξηση των ελάχιστων ημερών ασφάλισης από 4.500 που ισχύει σήμερα θα έβαζε φρένο στο ρυθμό εξόδου των εργαζομένων - ασφαλισμένων από την εργασία τους και θα μείωνε τον αριθμό των νέων συνταξιούχων σε ετήσια βάση, κάτι για το οποίο οι μελετητές διαπιστώνουν ότι αυξάνεται τα τελευταία χρόνια. Από 155.000 περίπου νέους συνταξιούχους το 2009 σε 215.000 νέους συνταξιούχους το 2013.
Ομως, για τους ασφαλισμένους ένα τέτοιο μέτρο θα ήταν καταστροφικό, αφού σε συνθήκες μεγάλης ανεργίας - που είναι ακόμα μεγαλύτερη στις μεγάλες ηλικίες - θα σήμαινε δραματική αύξηση του χρόνου ασφάλισης τουλάχιστον κατά 1.500 ένσημα, αύξηση παραμονής στην εργασία τουλάχιστον κατά 8 επιπλέον χρόνια, ενώ για όσους δεν καταφέρνουν να συμπληρώσουν αυτόν τον αριθμό, ακόμα και συνολική απώλεια του δικαιώματος στη σύνταξη. Σημειώνεται ότι ο μέσος ετήσιος αριθμός ημερών ασφάλισης των μισθωτών στο ΙΚΑ κυμαίνεται τα τελευταία χρόνια στα 200 ένσημα, που σημαίνει ότι για τη συμπλήρωση των επιπλέον 1.500 ενσήμων (από τα 4.500 στα 6.000) ο κάθε μισθωτός θα φορτωθεί περίπου 8 επιπλέον χρόνια δουλειάς. Αυτό σε μέσους όρους. Γιατί αν ένας μισθωτός καταφέρνει να έχει 100 μέρες ασφάλισης το χρόνο - περίπτωση πολύ διαδεδομένη στις σημερινές συνθήκες - αυτό σημαίνει ότι για να κατοχυρώσει δικαίωμα στη σύνταξη, θα πρέπει να εργάζεται επιπλέον 15 χρόνια!
Το μέτρο αυτό πέρα από τις άμεσες συνέπειες, μαζί βέβαια με τις υπόλοιπες ανατροπές που επιβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια, διαμορφώνει τις απαραίτητες συνθήκες, ειδικά για τις νέες γενιές ασφαλισμένων, να τις στρέψει αναγκαστικά προς την ιδιωτική ασφάλιση, ως «την εναλλακτική λύση» κατοχύρωσης κάποιου εισοδήματος στο μέλλον, μετά το τέλος του εργάσιμου βίου τους, αφού οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης από το δημόσιο σύστημα γίνονται πλέον ανυπέρβλητες.
Αύξηση και ορίων ηλικίας
Παράλληλα με την αύξηση του αριθμού των ελάχιστων ημερών ασφάλισης, αιχμή των νέων μέτρων θα είναι και το μαχαίρι στις συνταξιοδοτήσεις που μέχρι τώρα γίνονται σε χρόνους μικρότερους από τα ανώτερα ηλικιακά όρια που ισχύουν (62ο για τα 40 χρόνια εργασίας και ασφάλισης και το 67ο ως το ανώτερο, που πλέον ισχύει σε όλα τα Ταμεία). Ειδικότερα, οι αναφορές της μελέτης του ΚΕΠΕ προϊδεάζουν για μέτρα, η οποία μελέτη επικαλείται «διαφορές» σε κλάδους, επαγγέλματα και ομάδες εργαζομένων, όπως:
- Διαφορές μεταξύ κλάδων και επαγγελμάτων. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρει «το καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών» και«τις πρόσφατες ρυθμίσεις για αναγνώριση πλασματικών ετών στους ενστόλους στο Δημόσιο».
- Διαφορές μεταξύ ηλικιών ή ημερομηνία πρώτης ασφάλισης, όπου κάνει ειδική αναφορά «στην περίπτωση των δημοσίων υπαλλήλων» και μάλιστα στο διαφορετικό καθεστώς που ισχύει «αν άρχισαν να εργάζονται πριν ή μετά το 1983»!
- Διαφορές μεταξύ φύλων, όπου σημειώνει πως «σε ορισμένα Ταμεία, παρά τις ευρωπαϊκές οδηγίες, συνεχίζουν να υπάρχουν αρκετά πιο ευνοϊκές ρυθμίσεις για τις γυναίκες»!
Που σημαίνει ότι στο στόχαστρο μπαίνουν πρωτίστως οι ασφαλισμένοι στα ΒΑΕ, οι δημόσιοι υπάλληλοι και ειδικά αυτοί που ασφαλίστηκαν πριν από το 1983, αλλά και μετά, οι ένστολοι, οι γυναίκες ασφαλισμένες που συνεχίζουν να διατηρούν τη δυνατότητα συνταξιοδότησης πριν από τα - ψηφισθέντα τα τελευταία χρόνια - ανώτερα ηλικιακά όρια.
Ενοποίηση προς τα κάτω
Οι ενοποιήσεις στα Ταμεία της κύριας ασφάλισης θα γίνουν το όχημα για παραπέρα συρρίκνωση των παροχών και των συντάξεων. Αν και όσον αφορά το οργανωτικό μέρος φαίνεται ότι υπάρχουν διάφορα σενάρια, το κύριο είναι άλλο. Αφορά στο γεγονός ότι, όπως έχει δείξει η μέχρι τώρα εμπειρία, οι «ενοποιήσεις» πάντα γίνονταν ωθώντας τις παροχές προς τα κάτω. Από τη συνταγή αυτή δεν θα ξεφύγουν ούτε οι σχεδιαζόμενες ενοποιήσεις. Το πιο ανησυχητικό είναι η διατύπωση της μελέτης πως η λειτουργία πλέον των οργανισμών ασφάλισης - ανεξάρτητα από την οργανωτική μορφή που θα πάρουν και τον αριθμό των Ταμείων που πλέον θα λειτουργούν - θα πρέπει να βασίζεται στην αρχή της «βιωσιμότητας», που σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρχει καμιά εγγύηση για τις παροχές ούτε των Ταμείων κύριας ασφάλισης, όπως δηλαδή έχει γίνει πλέον με το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ).
Χαρακτηριστικά η μελέτη του ΚΕΠΕ τονίζει για το συγκεκριμένο ζήτημα: «Η τάση των τελευταίων δράσεων είναι προς την κατεύθυνση της χρήσης συντελεστών βιωσιμότητας (βλέπε π.χ. ΕΤΕΑ), σημαίνει ότι οι συντάξεις που χορηγούν οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης θα είναι ανάλογες των εσόδων που εισπράττουν, δηλαδή των Εισφορών Κοινωνικής Ασφάλισης. Με άλλα λόγια, λιγότερες εισφορές θα μεταφράζονται αυτόματα σε χαμηλότερες συντάξεις».
Μαχαίρι στις συντάξεις του ΤΕΒΕ
Ταυτόχρονα με αυτά τα μέτρα, ενάντια σε όλες τις ομάδες και τα Ταμεία των ασφαλισμένων, η κυβέρνηση βάζει ψηλά στις προτεραιότητές της, δηλαδή στο στόχαστρό της, τους ασφαλισμένους του ΟΑΕΕ και ειδικά αυτούς του πρώην ΤΕΒΕ. Σύμφωνα με πληροφορίες, τα ελλείμματα που εμφανίζονται στο Ταμείο θα γίνουν το πρόσχημα για δραστική περικοπή στις ήδη αποδιδόμενες συντάξεις του ΤΕΒΕ. Υπενθυμίζεται ότι ήδη στο παρελθόν είχε υπάρξει απόπειρα για μείωση κατά 35% των συντάξεων που αποδίδει το Ταμείο. Ο ισχυρισμός της κυβέρνησης είναι ότι ένα τμήμα της κατώτερης σύνταξης που αποδίδει το πρώην ΤΕΒΕ δεν αντιστοιχεί σε εισφορές αλλά χρηματοδοτείται από την κρατική επιχορήγηση. Απ' αυτήν την άποψη δεν είναι τυχαίες οι αναφορές και της τελευταίας έκθεσης του ΔΝΤ αλλά και της μελέτης του ΚΕΠΕ για συντάξεις που δεν αντιστοιχούν σε ανάλογες εισφορές.
Οι αναφορές αυτές αποκρύπτουν το γεγονός ότι η κατοχύρωση των κατώτερων ορίων στους συνταξιούχους είναι έκφραση της εσωτερικής αλληλεγγύης του συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης και χρηματοδοτείται από όλους τους ασφαλισμένους του κάθε Ταμείου. Η ύπαρξη κατώτερων διασφαλισμένων συντάξεων για όλους τους συνταξιούχους είναι η πεμπτουσία της Δημόσιας Κοινωνικής Ασφάλισης, διαφορετικά θα κάναμε λόγο για ιδιωτική ασφάλιση. Ακριβώς, όμως, αυτόν το χαρακτήρα επιδιώκει να θίξει με τις προωθούμενες ανατροπές η κυβέρνηση, πέρα βέβαια από τον ομολογημένο στόχο των επιπλέον περικοπών και για την περίπτωση των συνταξιούχων του πρώην ΤΕΒΕ.
Γ. ΖΑΧ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου